- ἐπιφαινομένη
- ἐπιφαίνωshow forthpres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιφαινομενοκρατία — η (ψυχολ. φιλοσ.) η θεωρία κατά την οποία η συνείδηση δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο τών φαινομένων αλλά εμφανίζεται μετά τα φαινόμενα (επιφαινόμενη συνείδηση) και κάποτε απουσιάζει εντελώς, όπως συμβαίνει σε αντιδράσεις που δεν γίνονται… … Dictionary of Greek
μελαινίς — μελαινίς, ίδος, ἡ (Α) 1. ως κύριο όν. η Μελαινίς προσωνυμία τής Αφροδίτης στην Κόρινθο («ἧ καὶ Ἀφροδίτη ἡ ἐν Κορίνθῳ ἡ Μελαινὶς καλουμένη νυκτὸς ἐπιφαινομένη ἐμήνυεν ἐραστῶν ἔφοδον πολυταλάντων», Αθήν.) 2. είδος θαλάσσιου δίθυρου κοχυλιού που τό… … Dictionary of Greek